ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Προϊστορία (ἕως 776 π.Χ.)
Ἱστορικὰ - Κλασσικὰ χρόνια (776 π.Χ-359 π.Χ.)
Μακεδονικὴ Ἡγεμονία (359 π.Χ-323π.Χ.)
Ἑλληνιστικὰ Χρόνια (323 π.Χ.-330 μ.Χ.)
Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία (330 μ.Χ.-1453 μ.Χ.)
Ἀναγέννησις - Ἀπελευθέρωσις (1453 μ.Χ. -1832 μ.Χ.)
Ὀργάνωσις Νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους (1832 μ.Χ.-1897 μ.Χ.)
Νεώτερη Ἱστορία (1897 μ.Χ.-1941 μ.Χ.)
Νεώτατη Ἱστορία (1941 μ.Χ.-σήμερα)
*** * ***
Προϊστορία (ἕως 776 π.Χ.)
Ἱστορικὰ - Κλασσικὰ χρόνια (776 π.Χ-359 π.Χ.)
Μακεδονικὴ Ἡγεμονία (359 π.Χ-323π.Χ.)
Ἑλληνιστικὰ Χρόνια (323 π.Χ.-330 μ.Χ.)
Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία (330 μ.Χ.-1453 μ.Χ.)
Ἀναγέννησις - Ἀπελευθέρωσις (1453 μ.Χ. -1832 μ.Χ.)
Ὀργάνωσις Νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους (1832 μ.Χ.-1897 μ.Χ.)
Νεώτερη Ἱστορία (1897 μ.Χ.-1941 μ.Χ.)
Νεώτατη Ἱστορία (1941 μ.Χ.-σήμερα)
*** * ***
Τα βασικά στοιχεία και
χαρακτηριστικά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το πολιτιστικό και πνευματικό
μέγεθος που ονομάζουμε με την
ευρύτερη έννοια Ρωμηοσύνη, η οποία συνέβαλε καταλυτικά στον παγκόσμιο πολιτισμό
για περισσότερα από χίλια έτη, και η οποία συνέχισε και θα συνεχίσει να
αποτελεί το υπόβαθρο πολλών πολιτισμών και λαών στην οικουμένη. Αποτελεί ένα
μοναδικό και ξεχωριστό θρησκευτικό, πολιτικό, στρατιωτικό και πολιτιστικό
φαινόμενο για ολόκληρη την παγκόσμια ιστορία, το μακροβιότερο που υπήρξε ποτέ.

Ο αρχαίος ελληνικός
πολιτισμός, σε όλες τις εκφάνσεις του, είχε επικρατήσει κατά τη διάρκεια της
Ρωμαιοκρατίας, όπως διαπιστώνει ο καθηγητής Γ. Χολέβας, και οποίος γράφει, «Τα
βασικά στοιχεία αυτού του πολιτισμού, τον οποίο ο Μέγας Αλέξανδρος μετέφερε και
μετέδωσε σε λαούς της Ασίας και τα οποία διατηρήθηκαν και κατά τους
ελληνιστικούς χρόνους στις χώρες που κυριαρχούνταν από τους επιγόνους του Μ.
Αλέξανδρου στην Ανατολή, αυτά τα στοιχεία διαπέρασαν τη Ρωμαιοκρατία και
αποτέλεσαν την πεμπτουσία του Ελληνικού Βυζαντινού Πολιτισμού, ώστε η συνέχεια
να είναι αδιάλειπτη. Επιδράσεις υπήρξαν και προσμίξεις έγιναν, αλλά ενίσχυσαν,
χωρίς να τροποποιήσουν ή μεταλλάξουν την ελληνική πολιτισμική παράδοση».[2]
Σαφής είναι και η άποψη του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεου,
σύμφωνα με την οποία, «Πρέπει να έχουμε υπ’όψη μας ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία
είναι ο ελληνισμός με οικουμενική διάσταση».[3] Αξίζει να αναφέρουμε επίσης πως
το Ρωμαϊκό κράτος υπήρξε συνοικισμός πόλεων (civitates-πόλεις), αυτοδιοικούμενων
κοινοτήτων.[4]
Χαρακτηριστικά ο π. Ιωάννης
Ρωμανίδης έγραφε: «Εξ επόψεως γλώσσης και πολιτισμού οι Ρωμαίοι ήσαν ήδη εν τη
Πρεσβυτέρᾳ Ρώμη Έλληνες και η Ρώμη είχεν ήδη γίνει μία Πόλις ουχί ολιγώτερον
Ελληνική από τήν Αλεξάνδρειαν και Αντιόχειαν».[5] Εδώ θα χρειαστεί μια ιστορική
αναδρομή, ώστε να καταστεί σαφής η ταύτιση και συγχώνευση των δύο πολιτισμών,
του ελληνικού και του ρωμαϊκού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι αρχαίοι Ρωμαίοι
είχαν ήδη γίνει Έλληνες, κατά την γλώσσα, την παιδεία και τον πολιτισμό, πολύ
πριν τον Μέγα Ιουστινιανό και τον Μέγα Κωνσταντίνο. Τα πρώτα γραπτά μνημεία το
αποδεικνύουν, «ήδη κατά τον δ’ αιώνα π.Χ. ο μαθητής του Πλάτωνος Ηρακλείδης ο
Ποντικός αποκαλεί την Ρώμην ’’πόλιν Ελληνίδα Ρώμην’’». Επίσης ο π. Ιωάννης
Ρωμανίδης σημειώνει πως: « Ο πρώτος Ρωμαίος συγγραφεύς και πατήρ της λατινικής
γραμματολογίας ήτο Έλλην, ονόματι Λίβιος Ανδρόνικος, όστις διεμόρφωσε την
ρωμαϊκήν φιλολογίαν κατά τα ελληνικά πρότυπα και ούτως εχάραξε την ελληνικήν
γραμμήν των ρωμαϊκών γραμμάτων. Ήλθεν ως αιχμάλωτος εις την Ρώμην το 272 π. Χ.
Μετέφρασε τον Όμηρον εις την υπ’αυτού διαμορφωθείσαν γραπτήν ρωμαϊκήν, διά να
τον χρησιμοποιήση ο ίδιος ως διδακτικόν κείμενον της λατινικής και ελληνικής
γλώσσης διά τους Ρωμαίους μαθητάς του».[6] Συνεχίζοντας ο π. Ι. Ρωμανίδης μας
αναφέρει πως ο Λίβιος Ανδρόνικος, «Mετέφρασε και άλλα έργα εκ του ελληνικού και
έγραψε πρωτοτύπως τα πρώτα ρωμαϊκά θεατρικά έργα και ποιήματα. Ούτως
επεκράτησεν ευθύς εξ αρχής οι εγγράμματοι Ρωμαίοι να εκμανθάνουν την ελληνικήν
ως πρότυπον των ρωμαϊκών γραμμάτων. Έκτοτε ουδέποτε έπαυσεν η διγλωσσία να
κατευθύνη την εξέλιξιν του πολιτισμού των Ρωμαίων».[7]

Χαρακτηριστικό είναι επίσης
και το γεγονός στο οποίο αναφέρεται ο π. Ι. Ρωμανίδης σχετικά με τις σχολές,
γράφοντας: « Το 92 π.Χ. οι Ρωμαίοι έκλεισαν τας λατινικάς σχολάς ρητορικής και
ούτως υποχρέωσαν όλους τούς φοιτητάς να φοιτούν εις τας ελληνικάς σχολάς… Εν
καιρώ ήνοιξαν πάλιν αι λατινικαί σχολαί, αλλά το προβάδισμα εκράτησαν αι
ελληνικαἰ».[12] Επίσης διαβάζουμε: «Kατά την ιδίαν εποχήν κατηργήθη η θέσις
του μεταφραστού εις την ρωμαϊκήν σύγκλητον και έκτοτε επετράπη η άνευ
μεταφράσεως χρήσις της ελληνικής εκ μέρους των εξ Ανατολής επισκεπτών ομιλητών,
διότι όλοι οι Ρωμαίοι προύχοντες και αριστοκράται εγνώριζον απταίστως πλέον την
ελληνικήν».[13]
Ο μητροπολίτης Ναυπάκτου και
Αγ. Βλασίου Ιερόθεος, μας υπενθυμίζει πως: «Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι διάφοροι
αρχαίοι φιλόσοφοι, πήγαιναν στην Κάτω Ιταλία και την Σικελία και παρέδιδαν
μαθήματα, ώστε η Κάτω Ιταλία να ονομασθή Μεγάλη Ελλάδα. Είναι ακόμη γνωστό ότι
η περίφημη Ελεατική Σχολή, της οποίας σοβαρός ηγέτης ήταν ο Παρμενίδης, πήρε το
όνομα από την Ελαία της Κάτω Ιταλίας. Είναι ακόμη γνωστό ότι η νεοπλατωνική
Σχολή, κυρίως ο ηγέτης της Πλωτίνος (3ος αιώνας μ. Χ. ) έδρασε στην Ρώμη».[14]
Αξιοσημείωτο είναι και το
ότι σχεδόν όλοι οι αυτοκράτορες γνώριζαν ελληνικά, «ο Ιούλιος Καίσαρ και
Αύγουστος Καίσαρ (Οκτάβιος) και ο Κικέρων έγραψαν και ελληνιστί ιστορίας ή
θεατρικά έργα. Ο αυτοκράτωρ Τιβέριος είχε μίαν σπανίως εξαιρετικήν γνώσιν της
ελληνικής και έγραψεν ελληνικά ποιήματα. Ο θετός υιός του Τιβερίου, ο
Γερμανικός είχε και αυτός εξαιρετικήν γνώσιν της ελληνικής και έγραψεν
ελληνιστί κωμωδίας. Αλλά και, « Ο θαυμασμός του Νέρωνος δι’ ο, τιδήποτε το
ελληνικόν είναι γνωστός. Ο αυτοκράτωρ στρατηγός Βεσπασιανός (69-79 μ. Χ. )
εγνώριζεν απταίστως τον Όμηρον».[15] Επίσης, «ο αυτοκράτωρ Τραϊανός (98-117)
ίδρυσε την μεγαλυτέραν εν Ρώμη βιβλιοθήκην λατινικών και ελληνικών βιβλίων, ο
αυτοκράτωρ Αδριανός (117-138) ίδρυσε το Αθήναιον εν Ρώμη, αλλά και ο Σουετόνιος
όστις υπήρξε γραμματεύς του Αδριανού έγραψε και ελληνικά έργα, o αυτοκράτωρ
Μάρκος Αυρήλιος (161-180) έγραψεν ελληνιστί τας φιλοσοφικάς του μελέτας με
τίτλον «Τά εις εαυτόν».[16]
Όσο αφορά την πόλη Ρώμης και
την ελληνικότητας της, χαρακτηριστικα είναι τα παρακάτω: «H Ρώμη ίδρυσε την
παγκόσμιον αυτοκρατορίαν της επί Ελληνικών θεμελίων… Αντιθέτως προς παλαιοτέρας
κατακτήσεις, ταύτης είχε προηγηθή η ενότης του πολτισμού. Διά τούτο και τα
αποτελέσματά της υπήρξαν ισχυρά και μόνιμα».[17] Και ο καθηγητής Π. Χρήστου, συμπληρώνει:
«Επειδή πάντως δεν είναι δυνατόν να εμποδισθή επ’άπειρον η πνευματική αφύπνισις
ενός τόπου, το ρεύμα του πολιτισμού και της μαθήσεως επανήρχισε την εισροήν του
από την Ελλάδα εις την υπερήφανον κοσμοκράτειραν τόσον, ώστε δικαιολογημένως ο
Οράτιος παρεδέχθη, Graecia capta ferum victorem cepit et artis intulit agrestic
Latio»*.[18]
1. Διονύσιος Α. Ζακυθηνός, Ρωμαιοκρατία και
Τουρκοκρατία, πηγή:”Mεταβυζαντινα και Νέα Ελληνικά’’, Αθήναι 1978, σελ. 2.
2. Δρ. Γιάννης Κ. Χολέβας, Το Ελληνικό
Βυζάντιο, α’εκδ. Πελασγός, Αθήνα 2010, σελ. 115.
3. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου
Ιερόθεου, Γέννημα και θρέμμα Ρωμηοί, β’εκδ. , Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου(Πελαγίας), Λεβαδειά 2000, σελ.
31.
4.Διονύσιος Α. Ζακυθηνός, Ρωμαιοκρατία και
Τουρκοκρατία, πηγή:”Mεταβυζαντινά και Νέα Ελληνικά’’, Αθήναι 1978, σελ. 9.
5.Γρηγορίου Παλαμά, Ρωμαίοι ή Ρωμήοι Πατέρες
της Εκκλησίας, τόμος 1, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 65.
6.Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου, Ρωμηοσύνη Ρωμανία
Ρούμελη, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 85.
7. βλέπε παραπ., σελ. 85, 86.
8.βλέπε παραπ., σελ. 86.
9.βλέπε παραπ. , σελ. 86.
10.βλέπε παραπ. , σελ. 86.
11.βλέπε παραπ. , σελ. 86.
12.βλέπε παραπ., σελ. 86.
13.βλέπε παραπ., σελ. 87.
14.Μητροπολίτου Ναυπάκτου
και Αγ. Βλασίου Ιερόθεου, Γέννημα και θρέμμα Ρωμηοί, β’εκδ. , Ιερά Μονή
Γενεθλίου της Θεοτόκου(Πελαγίας), Λεβαδειά 2000, σελ. 32.
15.Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου,
Ρωμηοσύνη Ρωμανία Ρούμελη, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2002, σελ.87.
16.βλέπε παραπ., σελ. 87,
88.
17.Διονύσιος Α. Ζακυθηνός,
Ρωμαιοκρατία και Τουρκοκρατία, πηγή:”Mεταβυζαντινά και Νέα Ελληνικά’’, Αθήναι
1978, σελ. 10.
18.Παναγιώτου Κ. Χρήστου, Αι
Περιπέτειαι των Εθνικών Ονομάτων των Ελλήνων, εκδ. Α. Π. Θ. , Θεσσαλονίκη 1960,
σελ. 18. *«Η Ελλάς ηττηθείσα ενίκησε τον νικητήν και εισήγαγεν εις τό αγροίκον
Λάτιον τας καλάς τέχνας».
Συνεχίζεται…
ΠΗΓΗ: Διονύσιος Πυλαρινός -
θεολόγος,Greekpress.gr