του Γιώργου Πισσαλίδη
Τα χαράματα της 21ης Απριλίου 1967, Έλληνες αξιωματικοί με αρχηγό τον συνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο κάνουν κίνημα. Σκοπός τους να σώσουν την Ελλάδα από τον «τέταρτο γύρο» που ετοίμαζαν ο Ανδρέας Παπανδρέου και η ΕΔΑ την νύκτα των εκλογών.
Οι αξιωματικοί πίστευαν στην εθνική εξύψωση του λαού, αλλά και στην κοινωνική δικαιοσύνη. Γι’ αυτό και προώθησαν και δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για δημιουργία ενός πατριωτικού κινηματογράφου, αλλά και ταινιών
μικροαστικής, μη-κομμουνιστικής, κοινωνικής εξέγερσης. Στις πρώτες υπήρχε χρηματοδότηση ταινιών η διάθεση Ελλήνων οπλιτών, αλλά και εμπειρογνωμόνων στις διάφορες ταινίες, όπου βρίθουν οι ευχαριστίες στον ΓΕΣ και τις Ένοπλες Δυνάμεις. Μάλιστα θα πρέπει να πούμε ότι πολλοί θεωρούν ότι ήδη από νωρίτερα καλλιεργείτο αυτό το ευνοϊκό κλίμα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το «Κονσέρτο για πολυβόλα» του Ντίνου Δημόπουλου σε σενάριο Νίκου Φώσκολου, που προβλήθηκε τον Φεβρουάριο του 1967 και είχε ευχαριστίες στο Α3 Γραφείο (Γεώργιος Παπαδόπουλος). Σε αυτό η Νίκη (Τζένη Καρέζη), μια πολιτική υπάλληλος στο Γενικό Επιτελείο Στρατού, παραμονές του πολέμου του ‘40, παραδίδει στρατιωτικά έγγραφα στους Ιταλούς, οι οποίοι την εκβιάζουν με την ζωή του αδελφού της. Η πράξη της αποκαλύπτεται και κινδυνεύει να καταδικαστεί σε θάνατο, αλλά ένας στρατηγός με το ψευδώνυμο Δαρείος (Μάνος Κατράκης) της προτείνει να συνεχίσει να προμηθεύει τους Ιταλούς με έγγραφα, πλαστά όμως αυτή τη φορά. Μαζί της, όμως, μπλέκει κι ένας νεαρός λοχαγός (Κώστας Καζάκος), που είναι ερωτευμένος μαζί της. Όταν μια δήθεν κλοπή αποκαλύπτεται, ο λοχαγός δικάζεται και καταδικάζεται σε θάνατο, μόνο που η εκτέλεσή του είναι εικονική για να πειστούν οι Ιταλοί για το γνήσιο των πληροφοριών που προμηθεύονται, ενώ ο πόλεμος ξεσπάει.
Αυτό ακριβώς ήταν και το σενάριο του θρυλικού «Άγνωστου Πόλεμου». Και από την στιγμή που και στα δύο σεναριογράφος ήταν ο Νίκος Φώσκολος, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ο «Άγνωστος Πόλέμος» ήταν η μεταφορά στην μικρή οθόνη του «Κοντσέρτου για πυροβόλα» με τον Άγγελο Αντωνόπουλο ως συνταγματάρχη Βαρτάνη στον ρόλο που υποδυόταν ο Κατράκης και τον Κώστα Καραγιώργη ως λοχαγό Ψάχο, στον ρόλο που υποδυόταν ο Καζάκος.
Γενικότερα, η περίοδος 1967-1973 υπήρξε η περίοδος που γυρίστηκαν οι περισσότερες πατριωτικές ταινίες που κάλυπταν όλες τις ηρωικές περιόδους του σύγχρονου Ελληνισμού, με το ειδικό βάρος στον έπος του ‘40 και την Αντίσταση. Έτσι είχαμε «Χαϊδάρι, ώρα 3:30, Αποδράσατε" (1967) και «Γοργοπόταμος» (1968) του Ηλία Μαχαίρα, «Όχι» (1969) και «Η Μεσόγειος φλέγεται» (1970) του Ντίμη Δαδήρα και «Στην Μάχη της Κρήτης» (1970) του Γεώργιου Βασιλειάδη. Η «Υπολοχαγός Νατάσσα» (1970) του Νίκου Φώσκολου με το διάσημο ζευγάρι Βουγιουκλάκη και Παπαμιχαήλ, υπήρξε η μεγαλύτερη επιτυχία του ελληνικού κινηματογράφου. Επίσης «Οι γενναίοι του Βορρά» (1970) του Κώστα Καραγιάννη και «Ο Τελευταίος των Κομιτατζήδων» (1970) του Γρηγόρη Γρηγορίου αναφερόταν στην βουλγαρική κατοχή, η οποία θεωρείται συνέχεια των Βουλγάρων κομιτατζήδων του Μακεδονικού Αγώνα.
Τέλος γυρίσθηκαν «Οι τελευταίοι του Ρούπελ» (1971) του Γρηγόρη Γρηγορίου και το «Υποβρύχιο Παπανικολής» (1971) του Γιώργου Ζερβουλάκου. Σε όλες αυτές τις ταινίες αναδείχθηκαν παραγωγοί, όπως ο Τζέημς Πάρις και ηθοποιοί όπως ο Κώστας Πρέκας, η Βέρα Κρούσκα, ο Στέφανος Στρατηγός, ο Χρήστος Πολίτης, ο Λάκης Κομνηνός, ο Γιάννης Βόγλης και ο Φερνάντο Σάντσες.
Αυτές οι ταινίες δεν αναφερόταν σε συγκεκριμένες αντιστασιακές ομάδες. Και αυτό γιατί η κυβέρνηση ήθελε να δώσει ενωτικό χαρακτήρα στην Εθνική Αντίσταση. Έτσι δεν θα δούμε ταξικά κηρύγματα που ήταν χαρακτηριστικό του ΕΑΜ. Μόνες εξαιρέσεις ο «Γοργοπόταμος» και «Οι Γενναίοι του Βορρά», με τους τελευταίους να υπαινίσσονται την ΕΣΕΑ (Ένωση Συμπολεμιστών Εθνικού Αγώνα) του θρυλικού Τσαούς Αντών και την ΠΑΟ (Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση) της Θεσσαλονίκης.
Όσο αφορά το 1821 είχαμε σαφώς λιγότερες ταινίες («Παπαφλέσσας», «Μαντώ Μαυρογένους», «Οι Σουλιώτες»). Κάτι που συνάδει και με άλλους εθνικούς κινηματογράφους, π.χ. ο αμερικάνικος, όπου υπάρχει γενικά δισταγμός να αναφερθεί κανείς στην Επανάσταση που δημιούργησε το Αμερικάνικο Έθνος. Όμως ο πατριωτισμός διαπερνούσε ακόμα και τις κωμωδίες («Εγώ ρεζίλεψα τον Χίτλερ», «Ο μπλοφατζής») ή τα λαϊκά μελοδράματα της εποχής («Η Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου»).
Αντίθετα με ότι πιστεύεται, η 21η Απριλίου δεν υπήρξε στείρα αντικομμουνιστική, αλλά επιζητούσε την εθνική συμφιλίωση. Διαβάζουμε στο διάταγμα της 22ας Απριλίου 1967: «Κηρύσσομεν την συναδέλφωσιν. Από της στιγμής αυτής δεν υπάρχουν Δεξιοί, Κεντρώοι, Αριστεροί. Υπάρχουν μόνον Έλληνες, οι οποίοι πιστεύουν εις την Ελλάδα».
Αυτό το ενωτικό ιδεώδες το βρίσκουμε στις δύο κλασσικές ταινίες του Μαχαίρα: τον «Γοργοπόταμο» και τον «Γράμμο». Στο πρώτο υπάρχει η ιστορική συμμαχία ΕΑΜ και ΕΔΕΣ. Στο δεύτερο υπάρχει η συμφιλίωση ανάμεσα στον εθνικό στρατό και μια ομάδα ανταρτών του ΔΕΣ, ενώ η σάλπιγγα του εθνικού στρατού παίζει το πένθιμο εμβατήριο και για τον εθνικόφρονα και για τον αριστερό γιο της οικογενείας Ρούσου. Το ίδιο αυτό πνεύμα φαίνεται και σε δύο αντικομουνιστικές ταινίες, το «Δώστε τα Χέρια» του Ερρίκου Ανδρέου και «Τα σύνορα της προδοσίας» του Ντίμη Δαδήρα. Σε αυτά ο Χρήστος Πολίτης στον ρόλο του αριστερού αντάρτη και ο Πρέκας στον ρόλο του σοβιετοαναθρεμένου πράκτορα μετανιώνουν για το ότι πήραν τα όπλα ενάντια στην Ελλάδα.
Επίσης υπήρξε μια σειρά από ταινίες όπου δείχνεται η εξέγερση των τίμιων μικροαστών ενάντια στο διεφθαρμένο μεγαλοαστικό κατεστημένο. Αυτό δηλαδή που ήταν η ίδια η Επανάσταση της 21ης Απριλίου σύμφωνα με τους Δημήτριο Τσάκωνα, Γεώργιο Κάρτερ και πτέραρχο Σκαρμαλιωράκη. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η «Ζούγκλα των Πόλεων», του Σταύρου Τσιώλη με τον Κώστα Πρέκα και τα «Κατάχρηση εξουσίας», «Θέμα Συνείδησης» και «Ορατότης Μηδέν» με τον Νίκο Κούρκουλο. Σε αυτό το τελευταίο καταγγέλλεται μέσω του λιπαντή Άγγελου Κρεούζη, η πλεονεξία της μεταπολεμικής μεγαλοαστικής τάξης με εκπρόσωπο της τον Ρίχτερ (Κατράκης), ο οποίος για το χρήμα δεν διστάζει να θυσιάσει την ζωή του ναυτικού προσωπικού του.
Τέλος δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλες αυτές οι ταινίες που συνεχίζει να βλέπει ο ελληνικός λαός σε τυχόν τηλεοπτικές επαναλήψεις, ήταν προϊόντα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας (Φίνος Φιλμ, Καραγιάννης-Καρατζόπουλος, Τζέημς Πάρις). Αντίθετα δηλαδή με τον κρατικοδίαιτο κινηματογράφο της Μεταπολίτευσης, που οι ταινίες του δεν βλέπονται δεύτερη φορά. Ο δε ελληνικός κινηματογράφος θα γνώριζε την μεγαλύτερη του ακμή ,όσο αφορά τον αριθμό ταινιών ανά χρονιά, τα έτη 1967 (95 ταινίες), 1968 (99 ταινίες) και 1969 (96 ταινίες) Όμως στην μεταπολίτευση (1977) έπεσε στις 15 ταινίες, δηλαδή σε νούμερα της δεκαετίας του ‘50! Έκτοτε δεν έχει ξανασηκωθεί στα πόδια του.
Το «Κοντσέρτο για πολυβόλα» μεταφέρθηκε...
|
...στην μικρή οθόνη ως «Άγνωστος Πόλεμος».
|
Ο Κώστας Καζάκος στο «Υποβρύχιο Παπανικολής».
|
Το «σάουντρακ» του Κώστα Καπνίση για τους «Γενναίους του Βορρά».
|
«Παπαφλέσσας»: Ο καλύτερος κινηματογραφικός ρόλος του Δημήτρη Παπαμιχαήλ.
|
«Ορατότης Μηδέν»: Μια εκ των δεξιών καταγγελία του διαφθαρμένου μεσοαστικού κατεστημένου.
|
Ο Λάκης Κομνηνός ως Βούλγαρος κομιτατζής στους «Γενναίους του Βορρά».
|
«Η Ζούγκλα των Πόλεων»: Πρέκας και Φώσκολος στα καλύτερα τους.
|
«Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου»: Ένα λαϊκό μελόδραμα με έντονο το πατριωτικό στοιχείο.
|
Η πατριωτική «Υπολογαχός Νατάσσα» υπήρξε η μεγαλύτερη επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
|
Η ΠΑΟ (Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση) της Μακεδονίας υπήρξε έμπνευση για τους «Γενναίους του Βορρά».
|
Χρήστος Πολίτης και Βέρα Κρούσκα στους «Τελευταίους του Ρούπελ».
|
Το «Όχι» του Ντίνου Δαδήρα με την κλασσική τετράδα Πρέκα, Κρούσκα, Πολίτη, Στρατηγό.
|
Το «Στα σύνορα της Προδοσίας» ήταν ταινία εθνικής συμφιλίωσης, όχι στείρα αντικομμουνιστική.
|
Χρήστος Πολίτης και Χρήστος Νέγκας ως ο αντάρτης και ο αξιωματικός του εθνικού στρατού στο «Δώστε τα χέρια».
|
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 21ης Απριλίου 2012 της εφημερίδας Ελεύθερος Κόσμος.