**

m

c

WEBTV TOY RADIOFILOPOLI.EU ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ TOY RADIOFILOPOLI.EU
Loading...

Τρίτη 12 Μαΐου 2015

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ



Ίων Δραγούμης

Ο Ίωνας ή Ιωάννης Δραγούμης, Έλληνας εθνικιστής, ο θεμελιωτής και ο κύριος εκπρόσωπος του Ελληνικού Εθνικισμού αλλά και ακούραστος Εθνικός αγωνιστής, διπλωμάτης, πολιτικός, πολιτικός στοχαστής και λογοτέχνης, μία από τις πλέον σημαντικές προσωπικότητες της
νεώτερης Ελλάδος, γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1878 στην Αθήνα και δολοφονήθηκε απέναντι από το ξενοδοχείο «Χίλτον» στις 31 Ιουλίου 1920, ήταν ίσως το γνωστότερο θύμα του Εθνικού Διχασμού, από τα Βενιζελικά «Τάγματα Ασφαλείας» του Παύλου Γύπαρη.

Ίων Δραγούμης (Ίδας)
Πίνακας περιεχομένων [απόκρυψη]
1 Βιογραφία
1.1 Διπλωματική δράση
1.2 Πολιτική δράση
1.3 Η εξορία
1.4 Η δολοφονία του
1.4.1 Η σχέση του με την οικογένεια Μπενάκη
1.5 Ιδεολογικές απόψεις
1.5.1 Ρήσεις του
1.6 Συγγραφικό έργο
2 Εξωτερικοί σύνδεσμοι
3 Παραπομπές

Βιογραφία
Ήταν γιος του πολιτικού και πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη με καταγωγή από το Βογατσικό Καστοριάς και αδελφός της Ναταλίας συζύγου του Παύλου Μελά. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα, ενώ πήρε μέρος στον πόλεμο του 1897 ως εθελοντής και στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι.

Διπλωματική δράση
Το 1899 μπήκε στο διπλωματικό σώμα και κατά το Μακεδονικό Αγώνα υπηρέτησε ως προξενικός υπάλληλος στα προξενεία Μοναστηρίου το 1902, όπου τοποθετήθηκε μετά από δική του αίτηση, Σερρών, Πύργου, Φιλιππούπολης Τα αμέσως επόμενα χρόνια βρίσκεται διαδοχικά ως προξενικός αντιπρόσωπος της Ελλάδος, στις Σέρρες, τη Φιλιππούπολη, τον Πύργο, την Ανδριανούπολη, την Αλεξανδρούπολη και την Κωνσταντινούπολη. Στην θητεία του αυτή στα ελληνικά προξενεία, υπήρξε ηγετική μορφή, οργανωτής και εμψυχωτής ενώ βοήθησε στην οργάνωση και την άμυνα των ελληνικών κοινοτήτων της Μακεδονίας, σε συνεργασία με τον πατέρα του και τον Παύλου Μελά, για το θάνατο του οποίου, δημοσιεύει το πιο γνωστό έργο του, το «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα» χρησιμοποιώντας ψευδώνυμο, ένα βιβλίο που τάραξε την ελληνική κοινωνία και ανάγκασε το υπουργείο εξωτερικών να τον μεταθέσει σε πρεσβεία εκτός των Βαλκανίων.
To 1904 υπηρέτησε στην Αλεξάνδρεια όπου γνώρισε και έγινε φίλος με τον Κωνσταντίνο Καβάφη, το 1907 στην Ελληνική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης, όπου ίδρυσε, με την βοήθεια του Αθανασίου Σουλιώτη-Νικολαΐδη την «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως», η οποία είχε στόχο να εξοπλίσει τους Έλληνες της Πόλης, και να τους συμφιλιώσει με την οθωμανική διοίκηση, σε μια σχέση ισοτιμίας, με κοινό αντίπαλο τους Σλάβους. Ταυτόχρονα, στην Πόλη ήρθε σε επαφή και συζήτησε για το έθνος και τις ανάγκες του, με τον [Γεώργιος Παπανδρέου|Γεώργιο Παπανδρέου]], και η κυβέρνηση ενοχλημένη από τη δραστηριότητα του τον μεταθέτει, το 1909 στη Ρώμη και το 1910 στο Λονδίνο. Αναμίχθηκε ενεργά στην Επανάσταση του Γουδί το 1909 και ήταν το πρώτο πρόσωπο που συζητήθηκε στον Στρατιωτικό σύνδεσμο για να αναλάβει τις πολιτικές του τύχες, δεύτερος ήταν ο Δημήτριος Γούναρης πριν επιλεγεί τελικά ο Ελευθέριος Βενιζέλος
Το 1911 οργάνωσε στην Πάτμο το συνέδριο των Δωδεκανήσων, στο οποίο ζήτησε την ένωση με την Ελλάδα και το 1912 διαπραγματεύτηκε ως διπλωματικός αντιπρόσωπος της Ελλάδος, την παράδοση της Θεσσαλονίκης στον ελληνικό στρατό. Το 1913 τέθηκε σε δίμηνη διαθεσιμότητα από το διπλωματικό σώμα, γιατί ενέκρινε την ένωση του Καστελλόριζου χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με το υπουργείο και οργάνωσε επιτροπή Δωδεκανησίων η οποία ζήτησε από την Ιταλική κυβέρνηση, την ένωση με την Ελλάδα. Πριν την κήρυξη του Α' παγκοσμίου πολέμου, υπηρετεί στις Πρεσβείες της Βιέννης, του Βερολίνου και με τις αναφορές του προτρέπει για ένταξη της Ελλάδος στην συμμαχία κατά των Κεντρικών Αυτοκρατοριών. Πήρε μέρος ως δεκανέας στον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο και συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για την παράδοση της Θεσσαλονίκης, ενώ ύψωσε τη Ελληνική σημαία στο μητροπολιτικό μέγαρο. Το 1914 τηλεγραφεί από την Πετρούπολη προτρέποντας για την συμμετοχή της χώρας στην εκστρατεία στα Δαρδανέλια, φοβούμενος πιθανή κάθοδο των Ρώσων στην Πόλη.

Πολιτική δράση
Στις αρχές του 1915 και ενώ υπηρετούσε ακόμη στην Πετρούπολη, παραιτήθηκε και πολιτεύτηκε στο νομό Φλώρινας επικεφαλής ανεξάρτητου συνδυασμού, όπου αρχικά απέτυχε, για να εκλεγεί τελικά στις επαναληπτικές τοπικές στις 31 Μαΐου 1915, ανεξάρτητος βουλευτής Φλώρινας. Το 1916 εκδίδει το περιοδικό «Πολιτική Επιθεώρησις» καταγγέλλοντας, όπως και στη Βουλή-οπερέτα όταν με βασιλικά διατάγματα ακυρώθηκαν οι εκλογές του 1916 και επανήλθε η προηγούμενη σύνθεσή της χωρίς εκλογές, τη βία και τη λειτουργία των αντιλαϊκών μηχανισμών και το 1917 εξορίστηκε στην Κομοτηνή για δύο χρόνια, ως αντίπαλος της φιλοσυμμαχικής πολιτικής του Ελευθέριου Βενιζέλου. Με νέο άρθρο στις 16 Ιουνίου 1917 στο περιοδικό του εξαπέλυσε δριμεία επίθεση εναντίον της Ανταντ και του Ελευθέριου Βενιζέλου ενώ κατακρίνει την Βενιζελική πολιτική, που είχε καταργήσει την εθνική κυριαρχία, εγκαθιστώντας αποικιακά στρατεύματα στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και ο Σαρλ Ζονάρ, Ύπατος Αρμοστής της Γαλλίας στην Ελλάδα, ζήτησε την εξορία του στην Κορσική. Τελειώνοντας η εξορία του στη Γαλλία, εκτοπίστηκε στη Σκόπελο και όταν επέστρεψε στην Αθήνα αναδείχθηκε σε ηγετική μορφή της αντιπολίτευσης.

Η εξορία
Το 1918 από την εξορία στο Αιάκειο της Κορσικής, όπου έγραψε το τελευταίο του έργο «Σταμάτημα», έστειλε υπόμνημα στις Βερσαλίες, υποδεικνύοντας τις υπηρεσίες που πρόσφεραν οι κυβερνήσεις πριν την επιβολή της Βενιζελικού καθεστώτος, δείχνοντας την πολιτική του οξύνοια και διαύγεια, αλλά και την οριστική του τοποθέτηση στην παράταξη του Δημητρίου Γούναρη. Το 1919 οι βενιζελικοί τον εκτόπισαν στη Σκόπελο υπό απάνθρωπες συνθήκες κρατήσεως και του αρνήθηκαν ακόμη και να κατέβει από το πλοίο στον Πειραιά, ώστε να χαιρετίσει τον υπέργηρο πατέρα του.
Στην εξορία μαθαίνει την απόβαση των Ελληνικών σταρτευμάτων στη Σμύρνη και γράφει
«Ρωτώ, μπορούσε ο ελληνισμός ν' ακολουθήσει δύο δρόμους; Ή τη διατήρηση της Τουρκίας και την καλυτέρεψη της ζωής των Ελλήνων εκεί ή την πολιτική της προσθήκης κομματιών της Τουρκίας στην Ελλάδα: (ή την αυτονόμηση των ελληνικών περιφερειών της Τουρκίας);»

Η δολοφονία του
Ζούσε με τη Μαρίκα Κοτοπούλη σε σπίτι στην οδό Ξενίας και μετά τη γνωστοποίηση στην Αθήνα της επιθέσεως εναντίον του Βενιζέλου, οι οπαδοί του επιτέθηκαν και κατέστρεψαν το θέατρο Κοτοπούλη καθώς και γραφεία της εφημερίδας «Καθημερινή», αλλά και σπίτια πολιτικών αντιπάλων, όπως του Στέφανου Σκουλούδη, ο Δραγούμης αποφάσισε για λόγους ασφαλείας να πάνε στο σπίτι του στην Κηφισιά. Οι άνδρες των παρακρατικών ταγμάτων σταμάτησαν το αυτοκίνητο του Δραγούμη κοντά στην έπαυλη Θων, στη συμβολή Κηφισίας & Αλεξάνδρας, όμως τους άφησαν να φύγουν. Φθάνοντας στην Κηφισιά παρά την αντίθετη άποψη της Κοτοπούλη, έφυγε για να επιστρέψει στην Αθήνα, στα γραφεία του περιοδικού «Πολιτική επιθεώρησις» και επέλεξε να ακολουθήσει το ίδιο δρομολόγιο και το τάγμα ασφαλείας που ήταν ακόμη στο ίδιο σημείο, σταμάτησε το ford του Δραγούμη και αφού τον κατέβασε, τον δολοφονήθηκε εν ψυχρώ στη συμβολή των οδών Παπαδιαμαντοπούλου & Κηφισίας, απέναντι από το σημερινό ξενοδοχείο «Hilton». Αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονία του ήταν ο Ρώσος στρατιωτικός Ιγκόρ Λεμπέντιεφ [1]. Οι συγγενείς του όταν το πληροφορήθηκαν απέκρυψαν αρχικά την είδηση από τη Μαρίκα Κοτοπούλη, ενώ ο Ελευθέριος Βενιζέλος καταδίκασε τη δολοφονία και έστειλε συλλυπητήριο τηλεγράφημα στον πατέρα του, το Στέφανο Δραγούμη. Οι εφημερίδες που υποστήριζαν το Βενιζέλο ασχολούνταν με την απόπειρα δολοφονίας και δεν αναφέρθηκαν στη δολοφονία του Δραγούμη, ενώ οι εφημερίδα «Καιροί», παραποίησε τα γεγονότα [2].
Φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας του ήταν τα «Τάγματος Ασφαλείας» του Βενιζελικού λοχαγού Παύλου Γύπαρη, οι «γυπαραίοι», με πρωτοστάτη τον επιλοχία Σαρτζέτη ή Σαρτζετάκη, ενώ μετά από ανακρίσεις που διέταξε ο αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως Ρέπουλης, οδηγήθηκαν σε δίκη ως κατηγορούμενοι οι Παύλος Γύπαρης, Εμμανουήλ Μπενάκης, Βούλγαρης και Γεωργαντάς, όμως όλοι αθωώθηκαν. Η δολοφονία του ήταν, πιθανόν, πράξη αντεκδικήσεως για την απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του Ελευθέριου Βενιζέλου στο σιδηροδρομικό σταθμό της Λιόν της Γαλλίας την προηγούμενη ημέρα, από τους απόστρατους Βασιλόφρονες αξιωματικούς του στρατού, Γεώργιο Κυριάκη και Απόστολο Τσερέπη.

Η σχέση του με την οικογένεια Μπενάκη
Τη μέρα της δολοφονίας, ο Εμμανουήλ Μπενάκης επιχειρηματίας της εποχής, Βενιζελικός υπουργός και βουλευτής αλλά και πατέρας της Πηνελόπης Δέλτα, με την οποία ο Ίωνας Δραγούμης διατηρούσε παράνομη ερωτική σχέση και την εγκατέλειψε δημιουργώντας σχέση με την ηθοποιό Μαρίκα Κοτοπούλη, περνώντας από τον τόπο της συλλήψεως του, σταμάτησε, ρώτησε τι συμβαίνει, είχε συζήτηση με τον λογαχό Παύλο Γύπαρη, ο οποίος ήταν επικεφαλής του αποσπάσματος και στη συνέχεια αναχώρησε με το αυτοκίνητό του, ενώ σύμφωνα με μάρτυρα ακούστηκε να λέει «..Χρειάζεται λεπίδι για να τελειώσωμε μια για πάντα με την κατάστασι αυτή...». Η κατάθεση αυτή τον μετέτρεψε σε κατηγορούμενο για ηθική αυτουργία της δολοφονίας και ενώ το συμβούλιο Πλημμελειοδικών απάλλαξε τον Μπενάκη από την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας, τον κήρυξε ένοχο σε βαθμό πλημμελήματος διότι αδιαφόρησε, ενώ μπορούσε να επέμβει ώστε να εμποδίσει το έγκλημα. Με βούλευμα του Εφετείου περιελήφθη μεταξύ των ηθικών αυτουργών, αν και η οικογένεια του νεκρού απέκλεισε την περίπτωση της ηθικής αυτουργίας, όμως οι εφέτες δεν πείστηκαν και τον παρέπεμψαν σε δίκη το Μάρτιο του 1922, στην οποία, ο Μπενάκης, ερημοδίκησε. Μόλις στην εξουσία επανήλθαν οι Βενιζελικοί, αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή επί καθεστώτος των Νικολάου Πλαστήρα-Στυλιανού Γονατά, ζήτησε ο ίδιος να εκδικαστεί η υπόθεση και στις 19 Νοεμβρίου 1922 έγινε δίκη στην οποία κηρύχθηκε αθώος. [3]
Το Μάιο του 1935 ο Γύπαρης που δικάζονταν για τη συμμετοχή του στο κίνημα του Μαρτίου του ίδιου χρόνου, απολογούμενος υπέδειξε τον νεκρό Εμμανουήλ Mπενάκη, [4], ως εκείνον ο οποίος διέταξε τη δολοφονία του Δραγούμη, και τον Ελευθέριο Βενιζέλο ως εκείνον ο οποίος συγκάλυψε την υπόθεση της δολοφονίας. Το γεγονός της ομολογίας του Παύλου Γύπαρη προκάλεσε την αντίδραση του Αντώνη Μπενάκη που έστειλε απαντητική επιστολή [5] στους ισχυρισμούς του, η οποία δημοσιεύθηκε στις Αθηναϊκές εφημερίδες την 29ην Μαΐου 1935. Οι καταθέσεις δύο ακόμη αυτοπτών και αυτήκοων μαρτύρων, εμπίστων ανθρώπων του Εμμανουήλ Μπενάκη, του προσωπικού του οδηγού Βασιλείου καθώς και του Μπαβαβέα, που ήταν ο ιδιαίτερος γραμματέας του, δεν διασώθηκαν.
Ο Άγγελος Σικελιανός συνέθεσε ελεγεία για τη δολοφονία του και ο Κωστής Παλαμάς έγραψε
«Λευκή ας βαλθεί όπου έπεσες κολώνα
πως έπεσες γραφή να μην το λέει
λευκή με της πατρίδας την εικόνα
μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίει,
βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίει».
Στη σύντομη ζωή του δεν συμβιβάσθηκε, ούτε προσπάθησε να αναδειχθεί σε ηγετική μορφή της αντιπολιτεύσεως στο Βενιζέλο και πολιτεύτηκε ανεξάρτητος, χωρίς να πλησιάσει ποτέ το Βασιλικό περιβάλλον. Επιστρέφοντας από τη δεύτερη εξορία του επανεξέδωσε το περιοδικό του, ασκώντας δριμύτατη κριτική στους Βενιζελικούς. Η δολοφονία του είχε τεράστιο εθνικό κόστος και αποστέρησε στον τόπο ένα ανιδιοτελή πολιτικό και επιφανή διανοούμενο, ο οποίος πάλεψε για την Ελληνική ιδέα. Στον τόπο όπου τον δολοφόνησαν, υπάρχει επιτύμβια μαρμάρινη στήλη, έργο του Αριστοτέλη Ζάχου, ενώ διοργανώνονται ετήσιες τιμητικές εκδηλώσεις και στην Αθήνα λειτουργεί από το 2004 το Ίδρυμα «Ίωνας Δραγούμης».

Ιδεολογικές απόψεις
Αποτέλεσε μία από τις πιο ιδιάζουσες αλλά και από τις πιο αξιόλογες προσωπικότητες της νεώτερης Ελλάδος και ιδεολόγος που μετέφερε μαχητικά τις ιδέες του στην πράξη. Η κοσμοθεωρία του βασίζεται στο αξίωμα ότι το έθνος είναι βαθμίδα ανυψώσεως του ατόμου. Οι πολιτικές δοξασίες του ήταν απίθανα προοδευτικές για την εποχή και την παράταξη στην οποία ανήκει• κοινοτική οργάνωση, διοικητική αποκέντρωση, συνεργατικοί συνεταιρισμοί. Οι δοξασίες του για το Ανατολικό ζήτημα και εργάσθηκε με φανατισμό προς αυτή την κατεύθυνση, πλησιάζοντας τους Νεότουρκους, μετά την τουρκική επανάσταση του 1908, είναι ακόμη ευρύτερες και επισημαίνουν ένα πνεύμα με οξύτατη πολιτική διορατικότητα. Πίστευε στη συνεννόηση και την συνεργασία των λαών της Ανατολής, με αντικειμενικό σκοπό την σύμπτυξη μιας μεγάλης Ανατολικής Ομοσπονδίας.
Θεωρείται ως ο θεμελιωτής και ο κύριος εκπρόσωπος του Ελληνικού Εθνικισμού και στάθηκε πιστός στις ιδέες του μέχρι το τέλος. Επιζητούσε την οργάνωση σε Κοινότητες -θεσμό ελληνικό- θεωρώντας ότι το κράτος που φροντίζει για όλες τις ανάγκες των πολιτών καταστρέφει τις δημιουργικές του δυνάμεις και υποστήριζε
«...Το υγιές κύτταρο του ελληνισμού είναι οι κοινότητες. Η δραστηριοποίηση τους θα αποκεντρώσει το υδροκεφαλικό αθηναϊκό κράτος, που αγνοεί της ανάγκες της περιφέρειας. Πρέπει να δοθούν αυξημένες αρμοδιότητες στις κοινότητες για να ανθήσει παντού ο ελληνισμός και να αποφευχθεί ο συγκεντρωτισμός και ο κοσμοπολιτισμός των αστικών κέντρων...».
Περιέγραψε το νεοελληνικό του όραμα και ήθελε ο πολιτισμός του να βασισθεί στη γλώσσα, στα έθιμα, στον τρόπο ζωής του απλού ελληνικού λαού. Θεωρούσε ότι έπρεπε να διατηρηθούν οι ελληνικές παροικίες στα κατεχόμενα από την Τουρκία εδάφη και η Ελλάδα να προσπαθήσει να αναπτύξει την άμυνά της προς το βορρά, μέσα από μια ομοσπονδία, εμπόδιο στην κάθοδο των Σλάβων κατά των οποίων η απέχθεια του είχε ενταθεί από τον Μακεδονικό Αγώνα, και η οποία θ' άρχιζε από την Αδριατική και θα έφτανε ως τη Συρία, ώστε ο Ελληνισμός να παραμείνει στις εστίες του κυριαρχώντας πολιτισμικά.
Αγαπούσε το Ελληνικό Έθνος για το οποίο έγραψε
«Ο καθένας πρέπει να φαντάζεται πως αυτός πρέπει να σώσει το έθνος του. Να μην κοιτάζω τι κάνουν οι άλλοι και να φαντάζομαι μόνον πως εγώ έχω το μεγάλο χρέος της σωτηρίας. Δεν είναι εύκολο να πείσεις ένα έθνος. Εγώ βλέπω τόσα πράγματα που πρέπει να γίνουν και όμως οι άλλοι Έλληνες τα βλέπουν αλλιώς. Αν είμαι δυνατός θα τους πείσω».
Η σκέψη του εκφράζει τον ουμανιστικό, τον έλλογο και λειτουργικό εθνικισμό, που σέβεται το ανθρώπινο πρόσωπο, είναι προσηλωμένος στις αρχές της άμεσης δημοκρατίας, του Κοινοτισμού, που απορρέει από τον Ελληνικό πολιτισμό και υπερασπίζεται τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των Ελλήνων.
Τα αξιακά του προτάγματα είναι η ελευθερία, ως εθνική ή αυτοδιάθεση των υποδούλων Ελλήνων ή στο επίπεδο της προσωπικής αυθυπαρξίας του ανθρώπου, για την οποία αναφέρει «Ακουμπώντας στο έθνος μου να γίνω πιο άνθρωπος. Δεν μπορεί κανείς να είναι άνθρωπος ξεχνώντας την καταγωγή του. Να θυμάται κανείς από πού βγήκε, που μεγάλωσε, ποιο έθνος τον ανέθρεψε. Μου αρέσει να βλέπει κανείς τους δεσμούς του. Αυτό θα πει ελευθερία».
ο πολιτισμός,
στον οποίο προσβλέπει ως «νομιμοποιητική» βάση της αξίας του έθνους και γράφει «Ποιος είναι ο τελικός των εθνών, πες τον προορισμό, πες τον αποστολή; Ο πολιτισμός! Να ένα έργο άξιο για τα έθνη, έργο αληθινά ανθρώπινο. Να η δικαιολογία των εθνών. Να πως τα έθνη είναι χρήσιμα στην ανθρωπότητα και να που έσφαλε ο Μαρξ πολεμώντας τα έθνη. Πολιτισμούς γεννούν τα έθνη και αυτά μονάχα. Δεν φθάνει όμως να είναι ένα έθνος πολιτισμένο, πρέπει να είναι πολιτισμένο και από δικό του πολιτισμό. Σε αυτό λοιπόν χρησιμεύουν τα έθνη. Οι πολιτισμοί γεννιούνται ο καθένας σε κάποια πατρίδα, σε κάποια εποχή και σε κάποιο έθνος. Έξω από αυτά δεν μπορεί να σταθεί πολιτισμός».

Ρήσεις του
Για τον εθνικισμό,
«...Ο εθνικισμός είναι μορφή ενέργειας. Όλοι λοιπόν οι ενεργητικοί άνθρωποι είναι εθνικιστές, είτε το ξέρουν είτε όχι. Ο διεθνιστής είναι στοιχείο θανάτου για το έθνος του...».
Για την παιδεία,
«...Τα Ελληνικά σχολεία είναι για δύο σκοπούς: να ανοίγουν τα μυαλά και να φουσκώνουν το παιδί με τον εθνισμό του. Η παράδοση είναι ο σύνδεσμος των ατόμων μίας φυλής, τωρινών και περασμένων, που τα κάνει έθνος. Ιστορία είναι η συνείδηση του συνδέσμου αυτού. Να νοιώθεις την καταγωγή σου, την συνέχεια του εθνικού εγώ σου, την ιστορία που σου κάνει συνειδητό το πέρασμα του έθνους σου μέσα στους αιώνες...».
Για τους νεοραγιάδες,
«...Τι θα πει ραγιάς; Ραγιάς είναι εκείνος που τρέμει τους μπάτσους του Τούρκου, που είναι σκλάβος του φόβου του. Ο ραγιάς είναι μισός άνθρωπος. Την ραγιαδοσύνη του την ονομάζει αναγκαία φρονιμάδα. Τον κυνηγάς και κρύβεται. Τον δέρνεις και ακόμα σκύβει. Τον σκοτώνεις και σωπαίνει...».
Για την Ενωμένη Ευρώπη,
«...Ναι, το βλέπω πως η Ευρώπη ενώνεται, πως τα έθνη και οι φυλές ζυγώνουν η μία την άλλη. Αλλά εγώ είμαι ένας και εγώ θα ακουμπήσω επάνω στους γύρω μου ανθρώπους. Και αυτοί είναι οι Έλληνες...».
Για την παγκόσμια δημοκρατία,
«...Τόσο αγαπώ την Ελληνική ύπαρξη, που αν ήταν να γίνουμε όλοι οι άνθρωποι κοσμοπολίτες, θα έλεγα να μην ονομαζόμασταν Έλληνες. Δεν χρειάζεται η λέξη Έλληνες όταν όλοι οι άνθρωποι της γης γίνουν κοσμοπολίτες μίας απέραντης δημοκρατίας...».
Για τον πολυπολιτισμό,
«...Μόνο εμείς, όσοι νοιώθουμε την δική μας την πατρίδα, μπορούμε να νοιώσουμε και των άλλων τις πατρίδες. Πρώτα πρέπει να νοιώσω τον εαυτό μου καλά, έπειτα καλά το έθνος μου και έτσι φθάνω στην ανθρωπότητα. Όσοι λένε πως είναι κοσμοπολίτες και δεν περνούν από όλα αυτά τα στάδια δεν μπορούν να νοιώσουν την ανθρωπότητα...».
Για τους βουλευτές,
«...Το Σύνταγμα θέλησε να δώσει στο έθνος αντιπροσώπους και είπε να υπάρχουν βουλευτές. Επρόκειτο αυτοί οι βουλευτές να αντιπροσωπεύσουν το έθνος. Αλλά η πραγματικότητα τα χάλασε και οι βουλευτές δεν είχαν κανένα συμφέρον να καταγίνουν με το έθνος. Τέτοιοι μια φορά δεν είναι. Για όνομα του Θεού, βρείτε άλλους να αντιπροσωπεύσουν το έθνος...».

Συγγραφικό έργο
Ήταν ένθερμος υποστηρικτής της δημοτικής γλώσσας, πρωτοστάτησε για την ίδρυση του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», ενός σημαντικού συλλόγου δημοτικιστών και συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά και εφημερίδες με το ψευδώνυμο «Ίδας». Στα περισσότερα από τα έργα του κυριαρχούν αυτοβιογραφικά στοιχεία και οι περί του πρακτέου ιδέες και θεωρίες του που τόσο μαχητικά επιχείρησε να μεταφέρει στην πράξη και να τις επιβάλει. Στο συγγραφικό του έργο εμφανίζονται οι πρώτες σελίδες της πεζογραφίας μας που είναι γραμμένες σ' αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε αττική δημοτική γλώσσα, μια ολοφάνερη και επιτυχημένη προσπάθεια προσανατολισμού της δημοτικής σε ένα αφηγηματικό ύφος, πλαστικό και απαλλαγμένο από βαναυσότητες.
Έγραψε τα βιβλία
"Μαρτύρων και ηρώων αίμα»,
το πρώτο λογοτεχνικό του έργο, που δημοσίευσε το 1907 και σε δεύτερη έκδοση το 1914, με το ψευδώνυμο «Ίδας», είναι ένα μυθιστορηματικό δοκίμιο που αγγίζει θαρραλέα, όσο και βασανιστικά, τα μεγάλα προβλήματα του Ελληνισμού.
«Όσοι ζωντανοί»,
«Σαμοθράκη»,
βιβλίο γραμμένο με αφορμή την επίσκεψη του στο νησί, όπου όμως αναζητά και πραγματεύεται τα χνάρια του Ελληνισμού στην Ελληνική ύπαιθρο,
«Ελληνικός πολιτισμός»,
στο οποίο καταγράφει τις αντιλήψεις του για την υπεροχή του έθνους έναντι του κράτους, περιγράφει με ζωντανά χρώματα την προτεραιότητα του πολιτισμικού έθνους σε σχέση με το φυλετικό και στηλιτεύει την προγονοπληξία και τον λογιοτατισμό, καταλήγοντας σε πρακτικές πολιτιστικές προτάσεις για τον νέο ελληνισμό που πίστευε ότι αναδυόταν.
Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν τα ανέκδοτα έργα του
«Μονοπάτι»,
«Σταμάτημα»,
«Ο Ελληνισμός και οι Έλληνες».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Παραπομπές
↑ [Στη μαρτυρία του αναφέρει, «...την προσοχήν μου επέσυρεν ομάς στρατιωτικών αγόντων εν συνοδεία έναν πολίτην καλού παρουσιαστικού και βαδίζοντος μετά πολλής αξιοπρέπειας [...] οι στρατιώτες επυροβόλησαν [...] Ουδέν πρόσταγμα ηκούσθη. Ο πυροβοληθείς πολίτης κατέπεσεν άπνους χωρίς να βγάλει κραυγήν, χωρίς να πεί τι.»]
↑ [«...Καθ'ον η φρουρά αυτή φόνευσε τον Δραγούμην, διότι ηθέλησε να δραπετεύσει..»
↑ [Το Κακουργιοδικείο Αθηνών διά της υπ’ αριθ. 73 της 19ης Νοεμβρίου 1922 αποφάσεώς του τον έκρινε αθώο με το ακόλουθο σκεπτικό, «...Επειδή εκ του συνόλου της αποδεικτικής διαδικασίας ουδαμώς απεδείχθη η ενοχή του κατηγορουμένου Εμμανουήλ Μπενάκη, διότι ουδείς των εξετασθέντων μαρτύρων κατέθηκέ τι το επιβαρυντικόν διά τον κατηγορούμενον διά την εις αυτόν αποδιδομένην πράξιν της ηθικής αυτουργίας του φόνου του Ι. Δραγούμη. Μάλιστα δε και αυταί αι αδελφαί του παθόντος αποκλείουσι σαφώς το δυνατόν της υπάρξεως της ηθικής αυτουργίας διά τον κατηγορούμενον Εμμ. Μπενάκην, παραπονούμεναι μόνον ότι ηδιαφόρησε διά την σωτηρίαν του παθόντος. Αλλ’ εντεύθεν δεν παρέπεται ότι υπάρχουσι τα στοιχεία της λεγομένης αρνητικής συνεργείας του άρθρου 74 παράγρ. 3 του Ποινικού Νόμου, διότι ουδόλως είναι αποδεδειγμένον ότι ο κατηγορούμενος ούτος εγνώριζεν ότι επέκειτο ο φόνος του Ι. Δραγούμη ή εμελετάτο τοιούτος, διά να κατορθώση και προλάβη τούτον, δεδομένου μάλιστα ότι ο φόνος ούτος εγένετο πολύ ύστερον μετά την αναχώρησιν του Μπενάκη εκ του τόπου της συλλήψεως του Ι. Δραγούμη και εις έτερον μέρος, μάλιστα δε, καθ’ α κατατίθησιν ουσιώδης μάρτυς, όταν μετά ώρας διεδόθη ο φόνος του Δραγούμη, ο κατηγορούμενος εξέφρασεν αληθή λύπην διά την δημιουργουμένην κατάστασιν, και ότι ενόμιζεν ότι ο συλληφθείς ην ουχί ο Ίων Δραγούμης, αλλ’ ο αδελφός αυτού Φίλιππος, εν γένει δ’ εκ της αποδεικτικής διαδικασίας ουδέν στοιχείον ενοχής προκύπτει...»]
↑ [«...Ήλθεν ένα τηλεγράφημα ότι έγινεν απόπειρα κατά του Βενιζέλου εις την Λυών. Εγώ είχα ένα τηλεγράφημα ότι δεν εκινδύνευεν η ζωή του ...{...}.... Εξεκίνησα και επέστρεψα εις το τάγμα, όταν έξω είδα ένα αυτοκίνητον σταματημένο και κόσμον μαζεμένον γύρω και μαινόμενον. Με το πιστόλι εις το χέρι άνοιξα δρόμο και επήγα κοντά. Μέσα εις το αυτοκίνητον ήτο ο Ίων Δραγούμης. Τον παρέλαβα και τον ωδήγησα μέσα και έκαμα ένα τηλεφώνημα εις το Φρουραρχείον διά να τον στείλω εκεί όπως είχα στείλει και τους άλλους που είχαν συλληφθή. Όταν εσχηματίσθη το απόσπασμα που θα τον συνώδευε, και τον παρέλαβε, παρουσιάσθη ένας κύριος μεγαλόσχημος και τους εφώναξε: “Σκοτώστε τον! Τι τον φυλάτε”. Πρέπει να σας πω ότι ήτο άνθρωπος μεγάλης επιρροής και ηκούετο πολύ, διότι εις το σπίτι του έμενε πάντοτε ο Βενιζέλος στην Κηφισιάν. Και οι στρατιώται τον υπήκουσαν. Και... έγινε το δυστύχημα. Οι στρατιώται δεν ετολμούσαν μετά την πράξιν των να πλησιάσουν εις το τάγμα, διότι έμαθαν ότι είχα γίνει έξω φρενών, αλλά μου έστειλαν ένα άλλον στρατιώτην. “Πήγαινε, είπα, και πες στον επιλοχία σου να ’ρθουν εδώ. Αλλά αυτοί δεν ήλθαν ούτε τότε. Επήγαν εις τον κ. Εκείνον στην Κηφισιάν, ο οποίος τους έδωσε 20.000 δραχμάς, τους υπεσχέθη να επέμβη στο Βενιζέλο για να μη τιμωρηθούν και να τους στείλη στην Αίγυπτο. Δεν ετήρησεν όμως τον λόγον του και δεν τους έστειλεν εις την Αίγυπτον και οι στρατιώται επήγαν στην Κρήτη, όπου εφυγοδικούσαν. Έστειλα ένα απόσπασμα στην Κρήτη με επί κεφαλής αξιωματικόν, ο οποίος τους ευρήκε και τους συνέλαβε, τους έφερε στο τάγμα και τους παρέδωσε στας αρχάς. Το 1920 μετά την 1ην Νοεμβρίου, ενώ εγώ έφυγα εις την Γαλλίαν, οι στρατιώται εδικάσθησαν και είπαν ποίος υπέβαλε να σκοτώσουν τον Δραγούμη. Εγώ τότε ήμουν μακρυά από την Ελλάδα και οι στρατιώται δεν ήσαν υπό την επιρροήν μου. Αν τους είχα βάλει εγώ να σκοτώσουν τον Δραγούμη θα το έλεγαν εις την δίκην των. Πρέπει να σας πω ακόμη, κύριοι στρατοδίκαι, ότι την ημέραν που συνέβη ο φόνος του Δραγούμη εμπήκα στο αυτοκίνητο να πάω στην Κηφισιά να τον σκοτώσω τον κ. Εκείνον. Έπεσαν όμως όλοι οι αξιωματικοί του τάγματος και με εκράτησαν. Όταν ήλθεν ο Βενιζέλος επήγα και του είπα ότι θα έκαμνα δημοσίευμα να αποκαλύψω τον κ. Εκείνον, αλλά ο Βενιζέλος μου είπε: “άφησε, δεν πειράζει”. Από τότε γεννήθηκε η κατακραυγή εναντίον μου και γι’ αυτό εδημοσίευσα μίαν επιστολήν στην ελληνικήν εφημερίδα “Μέλλον” των Παρισίων και ήθελα να την στείλω και στας αθηναϊκάς εφημερίδας, αλλά και πάλιν με ημπόδισεν ο Βενιζέλος...».] Εφημερίδα «Έθνος», 2 Μαΐου 1935
↑ [Έγραφε ο Αντ. Μπενάκης, «...Εξ αφορμής δημοσιευομένης εις πρωινήν εφημερίδα αναδρομικής εξιστορήσεως σχετικής με τον φόνον του Ίωνος Δραγούμη αναταράσσεται και πάλιν η μνήμη του πατρός μου και επιζητείται να εμπλακή το όνομα αυτού μεταξύ των υπευθύνων του τραγικού εκείνου γεγονότος. Παρομοίαν προσπάθειαν κατέβαλε και ο Π. Γύπαρης, απολογούμενος κατά την ενώπιον του Στρατοδικείου δίκην. Αλλ’ εάν, ως εκ της προνομιακής θέσεως, ήτις αναγνωρίζεται εις κάθε απολογούμενον, έκρινα ότι δεν υπήρχε λόγος να ανασκευάσω τότε τα λεχθέντα, αισθάνομαι την υποχρέωσιν, αφ’ ης στιγμής υπό μορφήν ιστορικού δημοσιεύματος θίγεται η μνήμη του πατρός μου να διαμαρτυρηθώ διά την ύβριν την γιγνομένην εις νεκρόν, αδυνατούντα με την ειλικρίνειαν της φωνής του να διαλύση κάθε συκοφαντίαν. Ευτυχώς, την δημιουργηθείσαν και παρά τοις δικαστικοίς προσώποις πρόχειρον εντύπωσιν εκ του ότι τυχαίως παρέστη κατά την υπό του Τάγματος Ασφαλείας σύλληψιν του Ίωνος Δραγούμη παρά την έπαυλιν Θων, εφρόντισε ζων ο πατήρ μου να διαλύση, ζητήσας την εκδίκασιν της υποθέσεώς του ενώπιον του Κακουργιοδικείου Αθηνών, το οποίον διά της υπ’ αριθ. 73 της 19ης Νοεμβρίου 1922 αποφάσεώς του “απεφήνατο αυτόν αθώον”,...{...}.... Με το σκεπτικόν αυτό αποφάσεως, εκδοθείσης καθ’ ον χρόνον είχε μεν χορηγηθή αμνηστεία διά του από 22 Οκτωβρίου 1922 Ν.Δ., ρητώς όμως είχεν εξαιρεθή αυτής το αδίκημα του φόνου του Ι. Δραγούμη, αρκούμαι ν’ απαντήσω, τόσον προς αποκατάστασιν της αληθείας, όσον και διά ν’ ανταποκριθώ εις τα εύλογα συναισθήματα εκείνων, οι οποίοι διατηρούσι μετ’ ευλαβείας πάντοτε του πατρός μου την μνήμην. Πέραν τούτου, και οιανδήποτε και αν λάβη μορφήν η δημοσιογραφική εμφάνισις του ζητήματος υπό τύπον εντυπωσιακών ειδήσεων ή σχολίων, η Οικογένεια Μπενάκη δεν θα προσθέση ουδέ λέξιν. Διότι, και την παρακολούθησιν τοιούτων δημοσιευμάτων προς ανασκευήν αυτών εκ νέου, θα εθεώρει ύβριν προς την μνήμην του αρχηγού αυτής.»]

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
περισσότερα >>> περισσότερα >>>

***
ΕΘΝΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ & ΘΕΜΑΤΑ & ΔΙΔΑΧΕΣ
ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
περισσότερα >>> περισσότερα >>>

***
ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ ΚΥΠΡΟΣ
περισσότερα >>> περισσότερα >>>

***
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΚΟΣΜΟΣ
περισσότερα >>> περισσότερα >>>

* ΕΤΙΚΕΤΤΕΣ ΤΗΣ FILOPOLI.GR

.

ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ

ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ...
ΠΕΟΦ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΠΟΡΕΙΑ ΜΝΗΜΗΣ

ΙΣΑΑΚ-ΣΟΛΩΜΟΥ

FB-ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

ΕΚΚΩΦΑΝΤΙΚΗ ΣΙΩΠΗ